© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Άγραφα (6) Αμερική (25) Αφιερώματα (6) Γιώργος Καρρής (10) Γρεβενά (1) Έδεσσα (1) Ειδήσεις για το Περιβάλλον (28) Εκδόσεις (23) Εκπαίδευση (2) Ελαιο-σώματα (13) Επικαιρότητα (28) Ζάκυνθος και Περιβάλλον (233) Ζωές εφήμερες (μικρά videos π. Π. Κ.) (10) Θρησκεία και Περιβάλλον (337) Κείμενα π. Παναγιώτη Καποδίστρια (41) Κέντρο Λόγου ΑΛΗΘΩΣ (23) Κερκίνη (1) Κορινθία (1) Κρίσεις για τα "Κεφάλαια Θεολογίας του Περιβάλλοντος" (7) Λίμνη Πλαστήρα (6) Λογοτεχνία (2) ΜάνηNatura (1) Μοναχισμός και Περιβάλλον (9) Μουσεία Φύσης (16) Μουσική (2) Οικολογικά Συνέδρια (53) Οικολογικές δράσεις Βατικανού (5) Πρωτοβουλίες Οικουμενικού Πατριάρχη (257) Πυρκαγιές 2007 (13) Πυρκαγιές 2009 (6) Πυρκαγιές 2017 (10) Πυρκαγιές 2018 (9) Πυρκαγιές 2019 (1) Σεισμοί (2) Στίγματα (62) Στροφάδια (20) Ταινίες οικολογικές (14) ΤΕΙ Ζακύνθου (10) Το Η΄ Οικολογικό Συμπόσιο στον Μισισιπή (22) Υμνολογία Οικολογική (3) Φύση Ιορδανίας (6) Φύση Κιέβου (4) ΦωτοNatura (209) Ώρα της Γης (9) AfricaNatura (23) Covid-19 (7) Editorial (1) Greener Attica 2018 (9) Halki Summit 2012 (6) Halki Summit 2015 (5) Halki Summit 2019 (5) Halki Summit 2021 (1) Halki Summit 2022 (1) Holy Land Άγιοι Τόποι (1)

1.9.07

Πατριαρχικό Μήνυμα επί τη ημέρα της προσευχής υπέρ του φυσικού περιβάλλοντος (1.9.2007)

+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ
ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα,
Ἡ κατ᾿ ἔτος, κατά τήν ἀρχήν τῆς Ἰνδίκτου, ἀναφορά τῆς ἡμετέρας Μετριότητος πρός τό περιβάλλον καί δή πρός τό λεγόμενον οἰκολογικόν πρόβλημα προσφέρει τήν εὐκαιρίαν καί κατά τό παρόν ἔτος νά ἐντοπίσωμεν τά προβλήματα, τά ὁποῖα ἀναφύονται εἰς τό περιβάλλον, καί νά διαγράψωμεν τήν προσωπικήν πάντων ἡμῶν εὐθύνην ἔναντι τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.
Πολλάκις ἀπό τῆς καθέδρας τοῦ Ἁγιωτάτου Ἀποστολικοῦ καί Πατριαρχικοῦ Οἰκουμενικοῦ τούτου Θρόνου ἐτονίσαμεν, ἰδιαιτέρως δέ κατά τούς τελευταίους χρόνους, ὅτι ὁ περιβάλλων ἡμᾶς κόσμος ἐδημιουργήθη ὑπό τοῦ Θεοῦ. Κατά τήν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Θεός ἐδημιούργησε πρῶτον τόν πνευματικόν κόσμον, τούς ἀγγέλους, ἐν συνεχείᾳ τόν ὑλικόν κόσμον ὡς τό βασίλειον, καί, τέλος, τόν ἄνθρωπον, διά νά διαμείνῃ ὡς βασιλεύς εἰς τό βασίλειον τοῦτο. Ὡς ἴδιον δέ γνώρισμα τό ὁποῖον ἐμφαίνει τήν κυριαρχίαν τοῦ ἀνθρώπου εἰς τόν κόσμον εἶναι ἡ δοθεῖσα ὑπό τοῦ Θεοῦ εἰς τόν ἄνθρωπον ἐντολή νά ὀνοματοδοτήσῃ τά ζῶα, διότι ἡ πρᾶξις αὐτή εἶναι ἔνδειξις κυριαρχίας.
Βεβαίως, κατά τήν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν ὑφίσταται διαφορά μεταξύ κτίσεως καί κόσμου. Ἤδη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέν ὁμιλεῖ διά φύσιν, ὅπως πράττουν οἱ φυσιολάτραι, οὔτε διά κόσμον, ἀλλά διά κτίσιν. Ἡ λέξις “κτίσις” ἔχει θεολογικήν σημασίαν, διότι δι᾿ αὐτῆς δηλοῦται ὅτι ὁ ὑλικός κόσμος ἐκτίσθη ὑπό τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἦλθεν εἰς τό εἶναι ἐκ τοῦ μή ὄντος. Ἀντιθέτως, ἡ λέξις “κόσμος” (κόσμημα) ὑπενθυμίζει τήν ἀρχαίαν ἑλληνικήν φιλοσοφίαν περί τῆς φύσεως, ὡς τοῦ ἀντιγράφου τῶν ἀγεννήτων ἰδεῶν καί ὡς διακοσμήσεως τῶν ἤδη ὑπαρχόντων ἀντιγράφων καί ὄχι ὡς δημιουργίας τῶν ὄντων ἐκ τοῦ μή ὄντος. Οὕτως, ἡ λέξις “κτίσις” ἔχει μεγίστην σπουδαιότητα, διότι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀπόλυτος κύριος τοῦ περιβάλλοντος κόσμου, δεδομένου ὅτι ἐδημιουργήθη ὑπό τοῦ Θεοῦ ἐκ τοῦ μή ὄντος, συντηρεῖται δέ ὑπό τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ καί ὄχι διά κτιστῶν μέσων, ἀλλά εἶναι ταπεινός διαχειριστής αὐτοῦ.
Κατά τήν διδασκαλίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἐξ ἄλλου, ὑφίσταται διαφορά μεταξύ τοῦ βασιλείου τοῦ Θεοῦ καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅλη ἡ κτίσις εἶναι τό βασίλειον τοῦ Θεοῦ, διότι ἐντός αὐτῆς ὑπάρχει ἡ οὐσιοποιός καί ζωοποιός ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καί δι᾿ αὐτῆς φανεροῦται ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, κατά τό Ἀποστολικόν λόγιον “τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀ´ϊδιος αὐτοῦ δύναμις καί θειότης” (Ρωμ. 1, 20), ἀλλ᾿ ὅμως ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου ὑποστατικοῦ Φωτός καί ἡ μέθεξις αὐτοῦ ὑπό τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ἡ μέθεξις τῆς θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Τοιουτοτρόπως, ὁ ἄνθρωπος μετέχει τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ὁ κόσμος καθίσταται βασίλειον τοῦ Θεοῦ. Μέ τόν τρόπον αὐτόν ἀποφεύγεται ὁ πανθεϊσμός καί ὁ οὑμανισμός.
Ἡ κτίσις ὅμως δέν ἔχει ἠθικήν βούλησιν καί ἑπομένως δέν ἔπεσεν αὐτοβούλως εἰς τήν φθοράν, ἀλλά συμπαρεσύρθη ὑπό τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος ἀπώλεσε τήν Χάριν τοῦ Θεοῦ καί αὐτό εἶχε συνταρακτικάς συνεπείας εἰς ὅλον τόν κόσμον. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος περιγράφει αὐτήν τήν ὀδύνην τῆς κτίσεως, ἕνεκεν τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, λέγων: “πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν”. Συγχρόνως δέ δηλώνει: “καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ”, καί “ἡ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τήν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται” (Ρωμ. 8, 19-22).
Οὕτως, ἡ ἀντιμετώπισις τῶν λεγομένων οἰκολογικῶν προβλημάτων λαμβάνει θεολογικήν σημασίαν καί ἔννοιαν καί δέν δύνανται νά ἐπιλυθοῦν ταῦτα ἀνεξαρτήτως τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου. Τοιουτοτρόπως, τό λεγόμενον οἰκολογικόν πρόβλημα εἶναι εἰς τήν βάσιν αὐτοῦ θεολογικόν, καί ὄχι ἀνθρωποκεντρικόν, καί συνεπῶς ἡ ἐπίλυσις αὐτοῦ εἶναι καρπός τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι ἀποτέλεσμα διεργασιῶν λογικῆς καί ἐπεξεργασίας νομοθετικῆς.
Βεβαίως, καί ἡ ἀνθρωπίνη λογική καί οἱ νόμοι πρέπει νά ἐπιστρατευθοῦν διά τήν ἐπίλυσιν τῶν οἰκολογικῶν προβλημάτων, ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος παραμένει οἰκειοθελῶς ἀθεράπευτος. Τό ἴδιον, ἄλλωστε, συμβαίνει καί μέ τούς νόμους τῆς Πολιτείας, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀπαραίτητοι διά τήν κοινωνίαν, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι δέν θέλουν νά ἐφαρμόσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε, οἱ νόμοι δικαιολογοῦνται μέ τόν διφυῆ χαρακτῆρα τῶν δερματίνων χιτώνων, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως, ἀλλά καί ὡς εὐλογία διά τήν καλήν συγκρότησιν τοῦ ἀνθρωπίνου βίου.
Ἑπομένως, ἡ κτίσις εἶναι δυνατόν νά εἶναι ἀφ᾿ ἑνός μέν φανέρωσις τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ ἔκφρασις τῶν παθῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ κτίσις δέχεται τήν φωτιστικήν ἐνέργειαν τοῦ Θεοῦ, διά τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου, ἀλλά δέχεται καί τήν ἐνέργειαν τῶν παθῶν τοῦ ἐμπαθοῦς ἀνθρώπου. Εἰς τήν ζωήν τῶν Ἁγίων βλέπομεν ὅτι ἡ κτίσις ἐξαγιάζεται, λαμπρύνεται, δοξάζεται, ὑπακούει εἰς τόν ἄνθρωπον, τά ἄγρια ζῶα ἡμερεύουν καί ἀναγνωρίζουν εἰς τόν ἀναγεννηθέντα ἄνθρωπον τήν “ὀσμήν τοῦ Ἀδάμ” πρό τῆς παρακοῆς, αἱ φυσικαί παραφοραί θεραπεύονται καί γενικῶς διά τῶν Ἁγίων ἡ κτίσις καθίσταται τό βασίλειον τοῦ Θεοῦ, εἰς τό ὁποῖον ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐν Θεῷ κυριαρχίαν.
Ἀντιθέτως, εἰς τήν ζωήν τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων παρατηροῦμεν ὅτι βιάζεται ἡ φύσις καί ἀμαυροῦται, διότι ἡ ὑπερκατανάλωσις τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν ἀπό τόν διακατεχόμενον ἐξ εὐδαιμονίας ἄνθρωπον ὁδηγεῖ τοῦτον εἰς τήν ἀνάγκην τῆς ὑπερπαραγωγῆς, καί διά τήν κάλυψιν αὐτῆς βιάζεται ἡ κτίσις, μέ ἀποτέλεσμα νά τιμωρῆται ἐν τέλει ὁ ἐπαναστάτης ἄνθρωπος. Συνήθως θεωροῦμεν ὅτι τό προπατορικόν ἁμάρτημα συνέβη εἰς τήν ἀρχήν τῆς δημιουργίας, εἰς τόν Παράδεισον, ἀλλά λησμονοῦμεν ὅτι ἡ οὐσία κάθε ἁμαρτήματος πρός τόν Θεόν, τόν ἄνθρωπον καί τήν κτίσιν παραπέμπει εἰς τό προπατορικόν ἁμάρτημα, τό ὁποῖον ἐκφράζεται ὡς ὑπερηφάνεια καί ἐγωϊσμός, ὡς ἀλαζονεία καί φιλαυτία, ὡς ἰδιοτέλεια καί ἐπιθετικότης, ὡς αὐτονομία καί εὐδαιμονία.
Δυστυχῶς, ὅμως, ἐνῷ θεωροῦμεν ὡς ἁμαρτίας μερικάς μόνον ψυχολογικάς καταστάσεις καί ἠθικάς παρεκτροπάς, δέν ἐκλαμβάνομεν ὡς ἁμαρτίας τάς ὀντολογικάς παρεκτροπάς, ὡς πρός τόν Θεόν, τόν ἄνθρωπον καί τήν κτίσιν. Ἁμαρτία εἶναι καί ὁ διά τῆς ἀλαζονείας βιασμός τῆς κτίσεως· ἡ ἐκμετάλλευσις τῆς κτίσεως πρός ἴδιον ὄφελος, τό ὁποῖον ὁδηγεῖ ἀφεύκτως εἰς τήν ἀργήν ἤ βιαίαν ὁλικήν καταστροφήν· ἡ ἐξάντλησις τῶν φυσικῶν πόρων, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό μεῖζον πρόβλημα τῶν κρατῶν· ἡ ὑπερθέρμανσις τοῦ πλανήτου, ἡ γνωστή θεωρία τοῦ θερμοκηπίου, ἡ ὁποία θά ὁδηγήσῃ εἰς τόν ἀφανισμόν τῆς ζωῆς καί εἰς τήν μετατροπήν τῶν θαυμασίων τῆς δημιουργία τοῦ Θεοῦ εἰς γῆν ἄνυδρον καί ἔρημον διψῶσαν· αἱ αὐξανόμεναι πυρκαϊαί, αἱ ὁποῖαι καταστρέφουν τά ἄλση καί τά ὄρη, αὐτούς τούς ἀληθινούς πνεύμονας τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων, μέ τρομακτικάς συνεπείας· ἡ ἀρνητική ὄψις τῆς βιοτεχνολογίας, ἡ ὁποία εἶναι δυνατόν νά ὁδηγήσῃ εἰς τόν γενετικόν μολυσμόν· τά νεοφανῆ τρόφιμα καί ἡ λεγομένη νανο-βιοτεχνολογία καί πολλαί ἄλλαι καταστροφικαί παρεμβάσεις εἰς τήν κτίσιν εἶναι καρποί τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι δέν σέβονται τήν κτίσιν, τό δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, καί τό γεγονός τοῦτο ἐγκυμονεῖ πολλούς κινδύνους ἐκφυλισμοῦ ἤ καί ἀφανισμοῦ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Ὅθεν, διαμαρτυρόμεθα στεντορίᾳ τῇ φωνῇ διά τούς βιασμούς τούτους πρός τήν φύσιν καί καλοῦμεν πάντας νά ἀναθεωρήσουν τήν σχέσιν των πρός αὐτήν, ἀποκτῶντες οἰκολογικήν συνείδησιν ἤ, διά νά ἐκφρασθῶμεν καλύτερον, ἀποκτῶντες θεολογικήν συμπεριφοράν ἔναντι τῆς κτίσεως. Πέραν τούτου, ἐκφράζομεν τήν πίστιν μας ὅτι ἡ ἀνακαίνισις τῆς κτίσεως γίνεται, μυστικῷ τῷ τρόπῳ, εἰς τήν Ἐκκλησίαν, μέ τήν μυστηριακήν, τήν ἀσκητικήν καί τήν πνευματικήν ζωήν. Ὁ ἄρτος, ὁ προσφερόμενος εἰς τήν Ἐκκλησίαν, γίνεται Σῶμα Χριστοῦ, ὁ οἶνος μεταβάλλεται εἰς Αἷμα Χριστοῦ, τό ἔλαιον γίνεται ἅγιον Ἔλαιον, τό ὕδωρ γίνεται ὕδωρ Ἁγιασμοῦ, τά μῦρα ἁγιάζονται εἰς ἅγιον Χρῖσμα, αἱ πέτραι καί τά διάφορα ὑλικά στοιχεῖα τῆς κτίσεως χρησιμοποιοῦνται διά τήν ἀνοικοδόμησιν καί διακόσμησιν τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, τά χρώματα τίθενται εἰς τήν ὑπηρεσίαν τῆς ἐκφράσεως τῆς ἁγιότητος ἐν τῷ προσώπῳ τῶν ἐξαγιασθέντων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Γενικῶς, ὁλόκληρος ἡ ζωή μας γίνεται προσφορά εἰς τόν Θεόν τόν δημιουργήσαντα ἡμᾶς καί τήν κτίσιν, κατά τόν λειτουργικόν λόγον: “τά σά ἐκ τῶν σῶν σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα”. Εὐχόμεθα δέ ὅπως αὐτή ἡ μεταμορφωτική ἐνέργεια ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐπεκταθῇ καί εἰς τόν ἐκτός αὐτῆς κόσμον.
Τελικῶς δέ, παρά τά ὑπάρχοντα δεινά, προερχόμενα παρά τοῦ ἐμπαθοῦς ἀνθρώπου, ἡμεῖς “καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν κατά τό ἐπάγγελμα αὐτοῦ προσδοκῶμεν” (Β´ Πέτρ. 3, 13), ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης: “καί εἶδον οὐρανόν καινόν καί γῆν καινήν” (Ἀποκ. 21, 1), διότι πᾶν ὅ,τι ὁ Θεός κατεσκεύασεν, ὡς Δημιουργός, δέν δύναται νά ἀμαυρωθῇ καί νά ἐξαφανισθῇ ὑπό τοῦ ἀνθρώπου.
Εἶναι δέ σημαντικόν ὅτι τό πρῶτον βιβλίον τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δηλαδή ἡ Γένεσις, ὁμιλεῖ διά τήν δημιουργίαν τῆς κτίσεως καί τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί διά τήν πτῶσιν αὐτοῦ καί τῆς κτίσεως, τά ἑπόμενα βιβλία κάνουν λόγον διά τήν ἀναγέννησιν καί τήν ἀπολύτρωσιν τοῦ ἀνθρώπου, καί τό ἔσχατον βιβλίον, ἡ Ἀποκάλυψις τοῦ Ἰωάννου, ὁμιλεῖ διά τόν ἀνακαινισμένον κόσμον, διά τήν ἔνδοξον πόλιν, εἰς τήν ὁποίαν δέν ὑπάρχει οὔτε ναός, διότι ναός εἶναι ὁ Παντοκράτωρ καί τό Ἀρνίον “καί ἡ πόλις οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου οὐδέ τῆς σελήνης ἵνα φαίνωσιν αὐτῇ· ἡ γάρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καί ὁ λύχνος αὐτῆς τό ἀρνίον” (Ἀποκ. 21, 22-23). Αὕτη ἡ πίστις καί ἡ προσδοκία ἡμῶν, αὕτη ἡ μαρτυρία καί ἡ βεβαιότης ἡμῶν.
Καλοῦμεν ἅπαντας ἀπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ τούτου Κέντρου νά σεβασθοῦν, κατά τό μέτρον τῆς εὐθύνης καί ἁρμοδιότητός του ἕκαστος, τήν δημιουργίαν τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μή βιάζηται στενάζουσα ἡ κτίσις, καί συγχρόνως νά ζῶμεν μέ τόν πρέποντα τρόπον εἰς τήν Ἐκκλησίαν, ὥστε νά ἀνακαινίζηται ὁ κόσμος. Ταυτοχρόνως, ἐκφράζομεν τήν πίστιν καί τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ κόσμος ὁλόκληρος θά ἀνακαινισθῇ ὑπό τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί θά ἴδωμεν καινούς οὐρανούς καί καινήν γῆν.
Ἔχοντες στερρῶς τήν ἐλπίδα ταύτην ἀπευθύνομεν πρός πάντας ἐκ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχικοῦ τούτου Θρόνου διαπύρους εὐχάς καί πατρικάς εὐλογίας καί ἐπικαλούμεθα ἐπί πάντας καί ἐπί πᾶσαν τήν κτίσιν καί τήν ἀνθρωπότητα τήν Χάριν καί τό ἄπειρον Ἔλεος τοῦ καιρούς καί χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θεμένου Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ταῖς πρεσβείαις τῆς Κυρίας Θεοτόκου τῆς Παμμακαρίστου. Ἀμήν.
,βζ´ Σεπτεμβρίου α´
+ ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος
ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός καί διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι συνεπέστεροι Αναγνώστες μας

Related Posts with Thumbnails