© ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή οποιωνδήποτε στοιχείων ή σημείων του e-περιοδικού μας, χωρίς γραπτή άδεια του υπεύθυνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια (pakapodistrias@gmail.com), καθώς αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία, προστατευόμενη από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Άγραφα (6) Αμερική (25) Αφιερώματα (6) Γιώργος Καρρής (10) Γρεβενά (1) Έδεσσα (1) Ειδήσεις για το Περιβάλλον (28) Εκδόσεις (23) Εκπαίδευση (2) Ελαιο-σώματα (13) Επικαιρότητα (28) Ζάκυνθος και Περιβάλλον (233) Ζωές εφήμερες (μικρά videos π. Π. Κ.) (10) Θρησκεία και Περιβάλλον (337) Κείμενα π. Παναγιώτη Καποδίστρια (41) Κέντρο Λόγου ΑΛΗΘΩΣ (23) Κερκίνη (1) Κορινθία (1) Κρίσεις για τα "Κεφάλαια Θεολογίας του Περιβάλλοντος" (7) Λίμνη Πλαστήρα (6) Λογοτεχνία (2) ΜάνηNatura (1) Μοναχισμός και Περιβάλλον (9) Μουσεία Φύσης (16) Μουσική (2) Οικολογικά Συνέδρια (53) Οικολογικές δράσεις Βατικανού (5) Πρωτοβουλίες Οικουμενικού Πατριάρχη (257) Πυρκαγιές 2007 (13) Πυρκαγιές 2009 (6) Πυρκαγιές 2017 (10) Πυρκαγιές 2018 (9) Πυρκαγιές 2019 (1) Σεισμοί (2) Στίγματα (62) Στροφάδια (20) Ταινίες οικολογικές (14) ΤΕΙ Ζακύνθου (10) Το Η΄ Οικολογικό Συμπόσιο στον Μισισιπή (22) Υμνολογία Οικολογική (3) Φύση Ιορδανίας (6) Φύση Κιέβου (4) ΦωτοNatura (209) Ώρα της Γης (9) AfricaNatura (23) Covid-19 (7) Editorial (1) Greener Attica 2018 (9) Halki Summit 2012 (6) Halki Summit 2015 (5) Halki Summit 2019 (5) Halki Summit 2021 (1) Halki Summit 2022 (1) Holy Land Άγιοι Τόποι (1)

16.5.08

Ομιλία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου κατά την απονομή του Βραβείου «Woodrow Wilson»

(Ἀθῆναι, 15 Μαΐου 2008)

Μακαριώτατε,
Ἐξοχώτατοι,
Ἀγαπητοί παρόντες,
Εἴχομεν τήν τιμήν νά προεδρεύσωμεν εἰς πολλάς συναντήσεις, εἰς διαφορετικά σημεῖα τῆς γῆς, ἀνά μέσον τῶν κόσμων τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιστήμης, ἰδιαιτέρως δέ τῆς περιβαλλοντικῆς ἐπιστήμης. Πολλάκις, οἱ κατά μᾶλλον σημαίνοντα καί οὐσιαστικόν τρόπον μετέχοντες τῶν συναντήσεων τούτων δέν ἦσαν θεολόγοι ἤ ἐπίσκοποι, βιολόγοι ἤ φυσικοί ἐπιστήμονες, ἀλλά ἁπλοῖ ἄνθρωποι, οἱ αὐτόχθονες κάτοικοι. Αἱ συναντήσεις αὗται ἐπραγματοποιήθησαν ἐπί ποταμῶν καί θαλασσῶν, ὅπου οἱ ἁπλοῖ οὗτοι ἄνθρωποι ἀντιμετωπίζουν τό σοβαρόν ἐνδεχόμενον τῆς ἀπωλείας τῶν ἀπαραιτήτων διά τήν ἐπιβίωσίν των, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἄφρονος ἀνθρωπίνης δραστηριότητος πού ὑπολογίζει μόνον τό βραχυπρόθεσμον συμφέρον καί οὐδόλως λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν τάς μακροπροθέσμους συνεπείας διά τήν ἀνθρωπότητα καί διά τήν ζωήν ἐπί τῆς γῆς ἐν γένει.
Καί ἀρχόμεθα τῆς ἡμετέρας ὁμιλίας διά τῆς ἀνωτέρω διαπιστώσεως διά νά ἐπισημάνωμεν τήν ἀλήθειαν ὅτι κατά τάς ἀνά τήν ὑφήλιον συναντήσεις ἡμῶν ταύτας, διεπιστώσαμεν τήν σύγκλισιν τῶν ἀπόψεων ἁπλῶν ἀνθρώπων –γεωργῶν, ἀλιέων, οἰκογενειαρχῶν- πρός τά τεχνικά συμπεράσματα τῶν ἐπιστημόνων, γεγονός ὅπερ καταδεικνύει τήν κοινήν συνείδησιν πάντων ὅτι τό οἰκολογικόν πρόβλημα εἶναι ἕν ἐκ τῶν σοβαρωτέρων τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Εἰς ὅλους τούς τόπους τούτους, οἱ ἄνθρωποι –πάσης ἰδιότητος- ἔχουν ἀντιληφθῆ ὅτι ἡ ρύπανσις τοῦ περιβάλλοντος καί αἱ ἐξ αὐτῆς κλιματολογικαί ἀλλαγαί μεταβάλλουν τό ἐνδιαίτημά των διά ταχυτάτου ρυθμοῦ καί τοιούτου τρόπου ὥστε ἡ προκαλουμένη ζημία νά εἶναι μή ἀναστρέψιμος. Ἡ ἔκφρασις τήν ὁποίαν χρησιμοποιοῦν οἱ κυνηγοί Ἰνουί τῆς Γροιλανδίας ἤ οἱ ἰθαγενεῖς τοῦ Ἀμαζονίου διαφέρει αὐτῆς τῶν ἐπιστημόνων, ἀλλά τό συμπέρασμα ὅλων εἶναι τό ἴδιον: Κατά τήν ἐπιδίωξιν τοῦ στενῶς ἐννοουμένου ὑλικοῦ κέρδους, κινδυνεύομεν νά μετατρέψωμεν τόν ὡραιότατον πλανήτην μας εἰς θάλαμον δηλητηριωδῶν ἀερίων.
Ἄν καί ἡ πλειοψηφία τῶν κατοίκων τοῦ οὕτω καλουμένου πολιτισμένου κόσμου τυγχάνομεν Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι ὡς ἐκ τούτου ὑποτίθεται ὅτι πιστεύομεν ὅτι κυρία ἀποστολή πάντων ἡμῶν εἶναι νά ὑπερνικήσωμεν τήν φθοράν καί τόν θάνατον, ζῶντες ἐν κοινωνίᾳ μετά τοῦ ζῶντος Θεοῦ, βλέπομεν ἑαυτούς νά ἀναπτύσσουν δραστηριότητα πού ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τό ἀκριβῶς ἀντίθετον τῆς βασικῆς ταύτης χριστιανικῆς ἀρχῆς: δηλ. τήν καταστροφήν τοῦ περιβάλλοντος ἡμᾶς κόσμου, ἐπαπειλοῦσαν καί αὐτήν ταύτην τήν ὑπόστασιν τῆς ζωῆς μας ἐν αὐτῷ.
Δεδομένης λοιπόν τῆς καταστάσεως ταύτης, θά πρέπει ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, εἰδικοί καί μή εἰδικοί, νά καταβάλλωμεν ἐπιπόνους προσπαθείας προκειμένου νά ἐξεύρωμεν διέξοδον ἐκ τοῦ ἀδιεξόδου, κυρίως ὅμως τρόπους ἐπικοινωνίας καί συνεννοήσεως μεταξύ μας. Πρός τήν κατεύθυνσιν αὐτήν βασικόν ρόλον δύναται νά διαδραματίσῃ ἡ θρησκεία, ἡ ὁποία ἠμπορεῖ νά ἐμποτίσῃ διά τῶν εὐχύμων καρπῶν της τό τεχνοκρατικόν πνεῦμα τῆς ἐπιστήμης καί τήν κατ’ ἄνθρωπον σοφίαν.
Ἡ ἀνθρωπότης ἐβίωσε, κατά τρόπον τραγικόν, κυρίως εἰς τήν Δύσιν τῶν μέσων χρόνων, τήν ἀδυναμίαν ἐπικοινωνίας μεταξύ θρησκείας καί ἐπιστήμης. Ὁ ἐπιστημονικός κόσμος εὑρέθη ἐνώπιον διλημμάτων ὅσον ἀφορᾷ εἰς τόν τρόπον ἑρμηνείας τῆς λειτουργίας τοῦ περιβάλλοντος κόσμου. Μερικοί ἐπιστήμονες ὁμιλοῦν ἀκόμη καί σήμερον διά τάς χαινούσας πληγάς τοῦ ἐπιστημονικοῦ κόσμου ἐκ τῆς τραγικῆς ἀντιπαραθέσεως μεταξύ ἐπιστημόνων, ὅπως ὁ Γαλιλαῖος καί ὁ Κοπέρνικος, καί τοῦ θρησκευτικοῦ κατεστημένου, προκληθείσας ἐκ τοῦ διαφορετικοῦ τρόπου κατανοήσεως τοῦ σύμπαντος κόσμου. Κατά τήν ἄποψιν μάλιστα ὡρισμένων ἐξ αὐτῶν, αἱ συγκρούσεις αὗται εἶχον ὡς ἀποτέλεσμα οἱ ἐπιστήμονες νά ἀποφεύγουν τήν οἱανδήτινα ὁλιστικήν σκέψιν. Ἠσχολοῦντο μανιωδῶς μετά λεπτομερειῶν, στατιστικῶν στοιχείων, μικρῶν καί ἀποσπασματικῶν παρατηρήσεων, καί ἠμέλησαν νά ἴδουν τούς συνδετικούς κρίκους μεταξύ ὅλων τῶν μορφῶν ζωῆς καί συνόλου τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος. Τήν διαπίστωσιν ἐάν ἡ διάγνωσις αὕτη τυγχάνῃ ὀρθή ἤ ὄχι, ἀφίεμεν εἰς τήν κρίσιν τῶν ἐπιστημόνων φίλων μας.
Ἡμεῖς ὅμως, ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὀφείλομεν νά εἴπωμεν καί νά τονίσωμεν ἀπό τοῦ βήματος τούτου ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν διδασκαλία καί παράδοσις δέν γνωρίζει σύγκρουσιν μεταξύ ἐπιστήμης καί θρησκείας. Τό θεολογικόν τοῦτο γεγονός ἐρείδεται ἐπί τῆς διά τῶν αἰώνων ἀναπτυχθείσης καί μετά σαφηνείας διατυπωθείσης τόν 13ον καί 14ον αἰῶνα Ὀρθοδόξου θεολογικῆς διδασκαλίας, ἐξ ἀφορμῆς τῆς συγκρούσεως αὐτῆς πρός τήν σχολαστικήν θεολογίαν. Δι’ ἡμᾶς τούς Ὀρθοδόξους ὑφίσταται σαφής ὀντολογική διάκρισις μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, τοῦ κτιστοῦ λαμβάνοντος τήν ὕπαρξιν αὐτοῦ ἐκ τῆς ἐλευθέρας βουλήσεως καί ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς μετοχῆς τοῦ κτιστοῦ εἰς τάς ζωοποιούς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ-. Ἡ διάκρισις αὕτη ἐγκαθίδρυσε τήν διπλῆν ἐπιστημονικήν μέθοδον προσεγγίσεως τοῦ κόσμου: Τήν πρώτην, τήν ἀφορῶσαν εἰς τήν ἔρευναν τῆς καλῶς γενομένης δημιουργίας, τῆς φύσεως, τῶν νόμων καί τῆς λειτουργίας αὐτῆς. Τό ἔργον αὐτό ἀνήκει εἰς τόν ἀνθρώπινον ἐπιστημονικόν νοῦν καί δύναται νά ἐπιτευχθῇ δι’ αὐτοῦ. Καί τήν ἄλλην, τήν ἀφορῶσαν εἰς τήν προσέγγισιν τοῦ Θείου, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μόνον διά τῆς μετοχῆς εἰς τήν Θείαν Χάριν, τήν πλουσίως παρεχομένην διά τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων. Ὁ σαφής οὗτος διαχωρισμός, ὁ ὁποῖος θά ἠδυνάμεθα νά εἴπωμεν ὅτι ὁμοιάζει κατά πολύ πρός τόν κλάδον ἑκάστης ἐπιστήμης πού ἀσχολεῖται μέ τόν καθορισμόν τοῦ εὔρους τοῦ γνωστικοῦ πεδίου καί τῆς μεθοδολογίας της, διαφυλάσσει ἀπό τήν πρόκλησιν οἱωνδήτινων ἀντιπαραθέσεων καί διλημμάτων μεταξύ ἐπιστήμης καί θρησκείας καί καθορίζει σαφῶς τά ὅρια ἑκατέρας: Ἡ ἐπιστήμη ἀσχολεῖται ἐλευθέρως μέ τήν ἔρευναν τοῦ κτιστοῦ κόσμου, ἡ δέ θρησκεία, ἡ πίστις, μέ τήν κατά χάριν προσέγγισιν τοῦ ἀποκαλυφθέντος εἰς τόν κόσμον Θεοῦ καί τήν μετοχήν τοῦ μή ὄντος – τοῦ κτιστοῦ καί θνητοῦ ἀνθρώπου- εἰς τάς ζωοποιούς καί θεοποιούς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ.
Ὑπό τήν ἔποψιν ταύτην πολλοί ἐκ τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου μέχρι τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ἠσχολήθησαν μέ τάς φυσικάς ἐπιστήμας καί ἀφῆκαν ἐμβριθεῖς στοχασμούς περί τῆς σχέσεως Θεοῦ, ἀνθρώπου καί φυσικοῦ κόσμου.
Διά τοῦτο, καί ὡς Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι μεθ’ ἱκανοποιήσεως παρακολουθοῦμεν τήν θεραπείαν σήμερον τῶν πληγῶν τῶν συγκρούσεων ἐκείνων μεταξύ Δυτικῆς, κυρίως, Ἐκκλησίας καί ἐπιστήμης. Μετ’ ἐγκαυχήσεως ἐν Κυρίῳ παρατηροῦμεν τήν πρόοδον τῶν ἐπιστημῶν. Πλεῖστοι τῶν συγχρόνων ἐπιστημόνων ἀσχολοῦνται εἴτε μέ τήν τάξιν τῆς κτίσεως ἤ, ἄλλως, μέ τήν πραγματικότητα, ἰδιαιτέρως δέ μέ τήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς εἰς ἀπειροελάχιστον κλίμακα. Τά ἐνδιαφέροντα, δηλαδή, τῆς ἐπιστήμης τοῦ 21ου αἰῶνος περιλαμβάνουν τήν κοσμολογίαν καί τήν ἀστρονομίαν, ἀλλά καί τήν πυρηνικήν φυσικήν καί τήν βιολογίαν. Οἱ ἐπιστήμονες ἐρευνοῦν τά δομικά στοιχεῖα τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος, ἰδιαιτέρως δέ τάς πλέον μικροσκοπικάς μονάδας ζωῆς, τά κύτταρα. Τό ἐνδεχόμενον ὅμως αἱ ἔρευναι αὗται νά ἐπιφέρουν ἀνηκέστους συνεπείας αὐξάνεται καθημερινῶς.
Κατά τήν ἡμετέραν ἄποψιν, τό μέγιστον ἐκ τῶν προβλημάτων τῆς συγχρόνου ἐποχῆς, τό ὁποῖον λαμβάνει μορφήν πνευματικῆς διαταραχῆς, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ τεχνική γνῶσις ἔχει ἀπομακρυνθῆ ἀπό πᾶσαν ἔννοιαν ἠθικῆς, κατά δέ τήν ἔμπρακτον ἐφαρμογήν αὐτῆς παράγει ἰδίαν ἠθικήν, τήν αὐτονομημένην ἠθικήν, τήν πέραν καί μακράν τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον.
Ὁ Χριστιανισμός μᾶς διδάσκει ὅτι ἑκάστη στιγμή τῆς ζωῆς μας, οἱαδήτις δρᾶσις τήν ὁποίαν ἀναλαμβάνομεν ἤ ἀμελοῦμεν νά ἀναλάβωμεν, ὁ, τιδήποτε λέγομεν ἤ παραλείπομεν νά εἴπωμεν, ἀποκτᾷ νόημα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, κρίνεται μέ μέτρον τόν Θεόν, αἱ δέ συνέπειαι αὐτοῦ ἀξιολογοῦνται ἐκ τῶν ἐπιπτώσεών των εἰς τόν κόσμον ὡς σύνολον. Ἐάν διά τούς ἀρχαίους Ἕλληνας σοφιστάς «πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος» διά τόν Χριστιανισμόν «πάντων χρημάτων μέτρον Θεός». Ὁ Θεός συνιστᾷ τό κριτήριον ἀξιολογήσεως τοῦ κόσμου, ἡ δέ πορεία τοῦ κόσμου ἀξιολογεῖται ὡς θετική ἤ ἀρνητική ἐκ τοῦ μέτρου τῆς προσεγγίσεως τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστιανισμός μᾶς διδάσκει νά δίδωμεν προσοχήν εἰς τό μικρόν, τό ἐλάχιστον, καί ὑπομιμνήσκει εἰς ἡμᾶς ὅτι ἑκάστη πρᾶξις, ἕκαστον συμβάν, πρέπει νά ἀξιολογῆται ὑπό τό φῶς τῆς αἰωνιότητος.
Ἡ σύγχρονος ἐπιστήμη ὁμιλεῖ περί τοῦ συνδέσμου μεταξύ ὅλων τῶν μορφῶν τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος, ἰδιαιτέρως δέ μεταξύ τῶν μορφῶν ζωῆς. Κατά τάς ἡμετέρας περιβαλλοντικοῦ χαρακτῆρος ἀποδημίας, διεπιστώσαμεν πλεῖστα ὅσα παραδείγματα τῆς συνδέσεως τῆς ἀνθρωπίνης ὀλιγωρίας εἰς ἕν μέρος τοῦ πλανήτου καί τῶν ὀλεθρίων συνεπειῶν αὐτῆς εἰς ἕτερον τμῆμα αὐτοῦ, χιλιάδας χιλιομέτρων μακράν αὐτοῦ.
Ἐπληροφορήθημεν, ἐπί παραδείγματι, κατά τήν πρόσφατον ἐπίσκεψίν μας εἰς τήν Βραζιλίαν ὅτι ἡ παράνομος ξύλευσις τῶν βροχοφίλων δασῶν εἶναι εἷς ἐκ τῶν παραγόντων τῶν προκαλούντων ξηρασίας, καύσωνας καί ἄλλα ἀκραῖα κλιματικά φαινόμενα, οὐχί μόνον ἐν Βραζιλίᾳ ἀλλά καί εἰς τόν λοιπόν κόσμον. Εἰς τήν Γροιλανδίαν εἴδομεν, ἰδίοις ὄμμασι, τήν τῆξιν τῶν πάγων, ὡς συνέπειαν τῶν κλιματολογικῶν ἀλλαγῶν, ἡ ὁποία ἐπαπειλεῖ πλείστας παρακτίους ἀνά τόν κόσμον περιοχάς. Ἡ ἀσύνετος, λοιπόν, δραστηριότης τοῦ ἀνθρώπου εἰς τάς εὐκράτους περιοχάς μετατρέπει τούς ὅρους τῆς φύσεως εἰς τούς πόλους τοῦ πλανήτου, ἐνῷ αἱ ἐπιπτώσεις τῶν μεταβολῶν τούτων θά καταστοῦν αἰσθηταί καί εἰς τάς τροπικάς καί ἀναπτυσσομένας χώρας, αἱ ὁποῖαι ἤδη ἀγωνίζονται νά ἐπιβιώσουν.
Πῶς ὅμως θά διακοπῇ ὁ φρικτός οὗτος φαῦλος κύκλος; Ἡ συνείδησίς μας ὑπαγορεύει εἰς ἡμᾶς νά μή κατηγορήσωμεν τούς πτωχούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ὑλοτομοῦν ἐν Ἀφρικῇ ἤ Λατινικῇ Ἀμερικῇ διά νά ἐπιβιώσουν. Οἱ κάτοικοι ὅμως τοῦ ἀνεπτυγμένου κόσμου – κυρίως οἱ ἀπερίσκεπτοι καταναλωταί- οἱ ὁποῖοι ἔχουν τήν δυνατότητα ἐπιλογῆς, ἔχουν αὐστηράν τήν ἠθικήν ὑποχρέωσιν νά περιορίσουν τόν καταναλωτισμόν, ὁ ὁποῖος συνιστᾷ τήν κυρίαν αἰτίαν τῆς προκλήσεως ἀνηκέστου βλάβης εἰς τό περιβάλλον. Δέν πρόκειται περί ἐπιστημονικοῦ ἤ, ἔστω, οἰκονομικοῦ ζητήματος ὑπό τήν στενήν ἔννοιαν, ἀλλά κυρίως περί δεοντολογικοῦ καί ἠθικοῦ αἰτήματος. Οἱ ἐπιστήμονες δύνανται νά παράσχουν εἰς ἡμᾶς πληροφορίας σχετικῶς πρός τάς ἐπιπτώσεις, αἱ ὁποῖαι πιθανῶς νά ἀκολουθήσουν, ἐάν μολύνωμεν τούς ὠκεανούς μέ πλαστικά σκευάσματα καί ἄλλους μή ἀποσυντιθεμένους ρύπους, ἐάν καταστρέψωμεν τάς φωλεάς τῶν ζώων καί τῶν ἰχθύων, ἤ ἐάν γεμίσωμεν τήν ἀτμόσφαιραν μέ ὑπερβολικάς ποσότητας διοξειδίου τοῦ ἄνθρακος. Ἡ στάσις μας ἔναντι τῶν ἀνωτέρω διλημμάτων ὅμως συνιστᾷ ζήτημα ἠθικῆς τάξεως.
Μία ἐκ τῶν βασικῶν διαπιστώσεων τῶν ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διοργανωθέντων οἰκολογικῶν Συμποσίων ἐν Βραζιλίᾳ καί Γροιλανδίᾳ εἶναι ὅτι οἱ αὐτόχθονες τῶν χωρῶν τούτων διαθέτουν βαθυτέραν γνῶσιν ἐπί τῶν σχέσεων μεταξύ Θεοῦ, ἀνθρωπότητος, ἑτέρων μορφῶν ζωῆς καί κτίσεως ὡς συνόλου, ἀπό ἐκείνην πού διαθέτουν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἀπολαμβάνουν τά τεχνολογικά ὀφέλη τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Διά τούς ὑποτιθεμένους πρωτογόνους αὐτούς ἀνθρώπους εἶναι ἀδιανόητον νά ἀναλάβουν δράσεις, αἱ ὁποῖαι θά ἔχουν καταστροφικάς συνεπείας διά τό σύνολον τῆς ἀνθρωπότητος καί διά τάς μελλοντικάς γενεάς. Εἰς τό σημεῖον τοῦτο, δέον νά ἐξάρωμεν τό γεγονός ὅτι ἡ ἐπιστήμη σήμερον ἐπιδεικνύει πλέον μεγαλύτερον σεβασμόν εἰς τήν παραδοσιακήν γνῶσιν, τήν διαθέτουσαν ἐγγενῆ αἴσθησιν τῆς συνδέσεως μεταξύ πασῶν τῶν μορφῶν ζωῆς.
Ὑπό τό φῶς τῶν ἀνωτέρω προσκαλοῦμεν πάντα ἄνθρωπον νά ἀναπτύξῃ ἠθικόν κριτήριον, οὐχί αὐτονομημένον, ἀλλά ἐστραμμένον πρός τόν Θεόν, τό «μέτρον πάντων τῶν χρημάτων», καί μέ γνώμονα αὐτό τό κριτήριον νά ἀναπτύξῃ μίαν στάσιν ζωῆς ἀποσκοποῦσαν εἰς τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος. Μίαν στάσιν ζωῆς διακατεχομένην ἐκ τῆς συναισθήσεως τῆς εὐθύνης ἔναντι τῶν συνανθρώπων καί τῶν ἐπερχομένων γενεῶν. Μίαν στάσιν ζωῆς διακρινομένην ἐξ ἀγάπης, ἀγάπης πρός τόν Δημιουργόν τοῦ παντός, τόν Θεόν, πρός ὅλα τά δημιουργήματά Του, καί τήν εἰκόνα αὐτοῦ, τόν ἐλάχιστον ἀδελφόν, τόν συνάνθρωπόν μας τόν πάσχοντα ἐκ τῶν ἰδικῶν μας παραπτωμάτων.
Μέ τάς σκέψεις ταύτας ἀποδεχόμεθα ἐν εὐγνωμοσύνῃ τό ἀπονεμόμενον σήμερον εἰς ἡμᾶς βραβεῖον WOODROW WILSON ὡς ἔνδειξιν τιμῆς καί σεβασμοῦ πρός τήν καθ’ ἡμᾶς Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν, τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, δι’ ὅσα τοῦτο πράττει ὑπέρ τῆς ἀφυπνίσεως τῶν συνειδήσεων τῶν ὅπου γῆς ἀνθρώπων διά τήν προστασίαν τῆς καλῶς δημιουργηθείσης ὑπό τοῦ Θεοῦ φύσεως. Ἀποδεχόμεθα τό βραβεῖον τοῦτο εὐχαριστοῦντες θερμῶς τά ἀνά τόν κόσμον μέλη τῆς Ὀργανώσεως ταύτης καί καλοῦντες αὐτά νά συμβάλουν εἰς τήν ἀφύπνισιν τῶν ἀνθρωπίνων συνειδήσεων διά τήν προστασίαν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι συνεπέστεροι Αναγνώστες μας

Related Posts with Thumbnails