Ομιλία κατά την Σύναξη Οικολογικής Ευαισθητοποίησης ενόψει Αρχής της Ινδίκτου και τον Αγιασμό επί τη ενάρξει των εργασιών του Κέντρου Λόγου Μπανάτου ΑΛΗΘΩΣ
(31 Αυγούστου 2011)
«επί σοι γαρ και φύσις καινοτομείται και χρόνος» [1]
Ενόψει Εκκλησιαστικής Πρωτοχρονιάς
Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Φωτικής κ. Διονύσιε,
Αγαπητοί Συμπρεσβύτεροι,
Κύριε Πρόεδρε Μπανάτου,
Κύριοι Εκκλησιαστικοί Σύμβουλοι,
Κυρίες και Κύριοι,
Απόψε ολοκληρώνεται αισίως το εκκλησιαστικό έτος. Αύριο, 1η Σεπτεμβρίου, έχουμε την Πρώτη του Εκκλησιαστικού Έτους, δηλαδή Πρωτοχρονιά. Και καθώς εξαντλείται το έτος, η Ζώνη της Θεομήτορος απλώνεται νοερά πάνω από την οικουμένη -φυσικό περιβάλλον και ανθρώπινες παρουσίες- σκεπάζοντας προστατευτικά τον εν πολλοίς άκοσμο πλέον κόσμο μας. Ήδη προ ημερών Την κηδέψαμε, ενώ Εκείνη «μετέστη προς την ζωήν» [2] και, κατά την σημερινή Σύναξή μας, εκφράζει την μητρική στοργή Της προς όλους μας, καθώς μάς περιζώνει με την αγάπη, με την οποία περιέβαλε και τον ίδιο τον Θεάνθρωπο Υιό Της και κυρίαρχο του σύμπαντος κόσμου, καθιστάμενη για χάρη μας «αρραγές περιτείχισμα» και «περιβολή αδιάσπαστος» [3].
Εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά λοιπόν και αυτή την ημέρα έχει καθιερώσει, από το 1989, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως ημέρα ευαισθητοποίησης της χριστιανικής (και όχι μόνον) ανθρωπότητας ως προς το διαρκές οικολογικό πρόβλημα [4], που ταλανίζει τον πλανήτη μας, προβάλλοντας μάλιστα για προσκύνηση την ψηφιδωτή και πανσεβάσμια εικόνα τής Παναγίας Παμμακαρίστου, η οποία θησαυρίζεται στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο φωτοφόρο Φανάρι. Σε αυτήν ακριβώς την ευαισθητοποίηση στοχεύει και η αποψινή μας Σύναξη, εδώ στον θαυμάσιο κήπο τού λιτού Ευκτηρίου Οίκου της Παναγίας της Βλαχέραινας Μπανάτου, πάλαι ποτέ Μοναστηρίου. Μια Σύναξη, η οποία μάλιστα αποτελεί την πρώτη εκδήλωση τού «Αληθώς», του Μορφωτικού δηλαδή Κέντρου Λόγου της Ενορίας μας, που συστάθηκε πρόσφατα, με την σύμφωνη γνώμη και την θερμή ενθάρρυνση του Σεβ. Μητροπολίτου μας κ. Χρυσοστόμου Β΄.
Θεοτόκος, η πρώτη θεολόγος του Περιβάλλοντος
Έτσι καθώς προσκυνάμε απόψε την πανσέβαστη Παναγιά μας, την κρατούσα την Ζώνη Της ανά χείρας, σκέπτομαι, αγαπητοί μου, ότι η Θεοτόκος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως η πρώτη και καλύτερη εκφραστής του οικολογικού πνεύματος, τού τόσο χρειαζούμενου στην εποχή μας και μάλιστα της λεγόμενης «Θεολογίας του Περιβάλλοντος» [5].
Όντας η ίδια, όχι υπεράνθρωπος, αλλά άνθρωπος ωσάν εμάς, δισύνθετος από σώμα και ψυχή, καταφάσκει την πρόσκληση του Ουρανού και, δίχως δεύτερες σκέψεις, παραχωρεί την όλη ύπαρξή της, ώστε μέσω αυτής να σαρκωθεί ο Λόγος του Θεού. Η υλικότητά Της δεν αποτελεί πρόβλημα ή εμπόδιο γι’ Αυτόν. Ο Θεάνθρωπος έλαβε σάρκα και οστά από την αγνή κόρη τής Ναζαρέτ και εισήλθε δι’ αυτής στην ανθρωπότητα, με στόχο όχι μονάχα την διόρθωση τής προπατορικής αστοχίας, αλλά κυρίως την καταξίωση των πάντων στην μέλλουσα δόξα των Εσχάτων. Έτσι, το σώμα της Παναγίας καθίσταται Ωραία Πύλη, διά της οποίας εισοδεύει ο Θεός στην Κτίση του. Το «κατ’ εικόνα» είχε παλαιόθεν αμαυρωθεί τραγικότατα, η υλικότητα είχε δαιμονιωδώς σκοτισθεί και αποπροσανατολισθεί, γενόμενη έτσι σκιώδες παραπέτασμα προς την θέα της πραγματικής αλήθειας των όντων.
Είναι αναγκαίο να γίνει σαφές ότι άπαντα τα στοιχεία του περιβάλλοντος, άμα τη δομήσει τους από την σοφή αγάπη και τις ενέργειες του ποιητικού Θείου Λόγου, αποτελούν θείες έννοιες και φέρουν τα σημάδια της δημιουργικής πνοής του Κτίστη τους, με προοπτική αιωνιότητας. Ούτως ή άλλως, κατά τον Καθηγητή Χρήστο Τερέζη, «το σύμπαν διαθέτει προσωπικότητα και λογικότητα, και μάλιστα όχι μόνον με όρους αλληγορίας. Πρόκειται δηλαδή για μια κοσμική πολυπλοκότητα, η οποία δεν καθορίζεται από έναν άκαμπτο και ασυμβίβαστο νομοεκτελεστικό μηχανισμό αλλά είναι προϊόν αγάπης και ελευθερίας» [6]. Ως εκ τούτων, το κώλυμα προς τον Δημιουργό ουδέποτε υπήρξε η ύλη αυτή καθεαυτή και γι’ αυτό ακριβώς δεν πρέπει ποτέ να υποτιμάται. Πραγματικό εμπόδιο εξ αρχής υπήρξε η παρακοή και η πτώση του ανθρώπου, η εγωπαθής αυτονόμησή του, η αυτοθέλητη απομάκρυνση από την ζωοποιό συνάφεια με τον Πλάστη του.
Η Παρθένος Μαρία, στο πλαίσιο τής εν απολύτω ελευθερία δυνατότητας αυτοδιάθεσής Της, αυτοπροσφέρεται ψυχή τε και σώματι ως διάμεσος για την σωτηρία της ανθρωπότητας, με πρωτοβουλία πάντως του υπεραγαπώντος Θεού. Διά των αγνών -πλην γήινων- αιμάτων Της, σύνολης της ύλης Της, γεννάται Εκείνος, που «τω τιμίω αίματί» [7] Του, σε κάθε τόπο και χρόνο, διασώζει κάθε κτιστότητά μας από την άβυσσο, ξαναχαρίζοντάς μας Παράδεισο! Οδηγεί μάλιστα όλα τα πρώην, τα τωρινά και τα μέλλοντα (τον τρόπο, τον τόπο και τον χρόνο μας δηλαδή) στην χριστοποίηση και την άφθιτη μετοχή τής μέλλουσας δόξας! Γεννά τον νέο Αδάμ, τον Ιησού Χριστό κι έτσι Εκείνος «νέαν έδειξε κτίσιν» [8]! Κατά συνέπειαν, συνεργεί και συντελεί καθοριστικά η Παναγία στο ανακαινιστικό έργο του Υιού Της, ως Μητέρα της καινής Κτίσεως [9]. Εξαιτίας αυτής ακριβώς της πεποίθησής μας, Την μεγαλύνει ο υμνωδός της 2ας Ιουλίου και 31ης Αυγούστου: «Επί σοι γαρ και φύσις καινοτομείται και χρόνος» [10]!
Κάθε υλικότητα τριγύρω κι εντός μας, πολύ περισσότερο της Θεοτόκου, στο γήινο σώμα της Οποίας εχωρήθη ο Αχώρητος, καταδεικνύει τον Δημιουργό Θεό, γι’ αυτό και χρειάζεται να σεβόμαστε πολύ την Κτίση, προσέχοντας πάντως να μην υποπέσουμε σε σφαλερές θεωρήσεις της, δηλαδή είτε στην ειδωλολατρική αποθέωσή της, είτε στην εξουθένωσή της, ως επηρμένοι αμύντορες ενίοτε μιας κακώς εννοούμενης πνευματικότητας [11]. Εάν δεν διακρίνουμε τον Ποιητή πίσω από το ποίημα, εάν δεν θαυμάσουμε τον σοφότατο Νου πίσω από το θαυμαστό πλάσμα, αποτυγχάνουμε στις θεολογικές – περιβαλλοντικές εκτιμήσεις μας. Τότε οι προσεγγίσεις μας αστοχούν και είναι δυνατόν να προκαλέσουμε βλάβη, παρά καλές υπηρεσίες στον κοινωνικό (και όχι μόνον) περίγυρό μας.
Ατυχώς, ο δυτικός τρόπος σκέψης, ακόμα και η σχεδόν ανθρωπολατρική ρήση του φιλόσοφου Καρτέσιου «σκέπτομαι, άρα υπάρχω», προσέδωσαν τόση υπεραξία στα σκεπτόμενα όντα, δηλαδή στους ανθρώπους, ώστε -άθελα- τούς εξώθησαν τρόπον τινά σε υπερφίαλες βλέψεις κυριαρχίας επί της μη λογικής φύσης, με τα γνωστά οικτρά αποτελέσματα [12]. Με δεδομένο πάντως ότι οι λόγοι των όντων δεν είναι δυνατόν να υποστούν βλάβη κατά τις όποιες οικολογικές εκτροπές / καταστροφές, αφού προήλθαν από τον πάνσοφο Νου του Δημιουργού τους, ο εκκλησιασμός των υλικών στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος -τον οποίον η Ορθόδοξη Θεολογία πασχίζει να εμπεδώσει στη νοοτροπία ενός εκάστου των ανθρώπων- αποβλέπει πρώτον, στην ευχαριστιακή αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ του ανθρώπου και όλων των λοιπών στοιχείων του περιβάλλοντος και δεύτερον, στην αναφορά απάντων των κτιστών στον Κύριό τους [13].
Στοργική παρηγορία της φύσης μας
Η διαρκής -μητρική και διδακτική- παρουσία τής Παναγίας στην καθημερινότητά μας αποτελεί εγγύηση ισορροπίας σκέψης για την ορθόδοξη και ορθολογική αντιμετώπιση τής περιβάλλουσας όλους μας Κτίσης! Ο υμνωδός δεν παύει να θαυμάζει: «Ως υπέρτιμον στερέωμα Θεοτόκε, ο Ποιητής και Κτίστης σε, πηξάμενος ώσπερ, άστροις κατεκόσμησε, ταις θείαις ελλάμψεσιν, αις καταφαιδρύνεις τα πέρατα» [14]. Για να παραδεχθεί στην συνέχεια: «Γνωστή σου αληθώς, η χάρις αναδέδεικται, Πανάχραντε παραδόξως, ενεργούσα δυνάμεις, και τέρατα εν πάση τη γη» [15]. Ατενίζουμε λοιπόν το Πρόσωπό Της και παρηγορείται η φύση μας, καθώς δι’ αυτού βλέπουμε όσα μέσω Εκείνης συντελέσθηκαν για την σωτηρία του κόσμου μας, αποβλέποντας εντέλει στον «συνέχοντα πάντα γης τα πέρατα» [16] Υιό Της!
Κατακλείοντας τις ανωτέρω περιληπτικές σκέψεις μας, δανειζόμαστε τον εξόχως συνοπτικό για την περίπτωσή μας ποιητικό λόγο του Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας μακαριστού Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου [17], από την «Ικετήριον προς τον φιλάνθρωπον Θεόν και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΝ υπέρ του περιβάλλοντος ημάς στοιχείου και ευσταθείας πάσης της κτίσεως» [18], η οποία εποιήθη περί το 1989 [19], για να ψάλλεται κατ’ έτος την 1η Σεπτεμβρίου:
«Ο ποιητής της κτίσεως, εκ σου δι’ αγαθότητα, μορφήν λαμβάνει ανθρώπου, και κτίζεται υπέρ φύσιν, εκ των αγνών αιμάτων σου∙ ον αίτησαι δεόμεθα υπέρ ημών πανάχραντε, ως αυτού πάναγνος Μήτηρ, τυχείν ημάς σωτηρίας» [20].
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Από το Απολυτίκιο της Καταθέσεως της Εσθήτος της Θεοτόκου εν Βλαχέρναις και της Ζώνης Της «εν τω σεβασμίω αυτής οίκω, τω όντι εν τοις Χαλκοπρατείοις» (2 Ιουλίου και 31 Αυγούστου αντίστοιχα).
2. Από το Απολυτίκιο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
3. Από την α΄ ωδή του Κανόνος (Όρθρος 31ης Αυγούστου).
4. Βλ. εφημερίδα Εκκλησιαστική Αλήθεια, 16.8-15.9.1989 και περιοδικό Εκκλησία 66 (1989) 646.
5. Βλ. σχετικά, α) Πρωτοπρεσβυτέρου Παναγιώτου Καποδίστρια, Κεφάλαια Θεολογίας του Περιβάλλοντος, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου, Ζάκυνθος 2006 και β) Μητροπολίτου Ζακύνθου Χρυσοστόμου, «Εκκλησία και Περιβάλλον. Συμβολή του θεολογικού λόγου στη δημιουργία οικολογικής συνειδήσεως», Η Τακτική Σύγκλησις της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (Αθήναι, 9-10 Οκτωβρίου 2007)• Εισηγήσεις και Ανακοινωθέντα, εκδ. Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος - Κλάδος Εκδόσεων, Αθήναι 2008, σ. 53-66.
6. Α. Μαρά - Η. Τεμπέλη - Χρ. Τερέζη - Σ. Τριαντάρη, Θεολογία και φιλοσοφία στην εποχή των Πατέρων, εκδ. Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου, Πάτρα 2008, τόμος 3, 149.
7. Από την Υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδος.
8. Από το Ν τού Ακαθίστου Ύμνου.
9. Πρβλ. Γεωργίου Μαντζαρίδη, «Η Παρθένος Μαρία Μητέρα της καινής κτίσεως», Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου Εις τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, σ. 271-277.
10. Βλ. ανωτέρω.
11. Πρβλ. την ακόλουθη άποψη: «[…] Βέβαια, θα λέγαμε ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα, στο χώρο του Χριστιανισμού, δεν είναι η ειδωλοποίηση της κτίσης, ο νατουραλισμός, ο οποίος δεν είναι εντελώς απών, αλλά και κατεξοχήν η απαξίωσή της, η περιθωριοποίησή της, η αφαίρεση του νοήματός της, που προκύπτει από τον φόβο της ειδωλοποίησής της. Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος Χριστιανισμός, φοβούμενος τη λατρεία της κτίσης “παρά τον κτίσαντα”, φαίνεται να αρνείται στη φύση το αυτονόητο της πλάσης της, αρνείται, δηλαδή, την παραπεμπτικότητά της, τη δυνατότητά της να “αποδεικνύει” τον δημιουργό Θεό. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, παρουσιάζεται το φαινόμενο ο άνθρωπος της Ορθοδοξίας για λόγους συνέπειας σε απρόσωπες επιταγές και κανόνες, που ντύνονται τον μανδύα της ορθοδοξίας, να πολεμά αυτό, που βλέπει, να αρνείται την αποκάλυψη της αλήθειας, να μάχεται τη φύση, στοχεύοντας το υπέρ φύσιν. Μια τέτοια φύση, όμως, κενή νοήματος και λόγου υπάρξεωςμ δεν προκαλεί κανένα σεβασμό και καμιά ευλάβεια. Τα πάντα χάνονται μέσα στην ανθρωπολογική αποκλειστικότητα. […]» [Χρυσοστόμου Α. Σταμούλη, «Από την παθολογική συναισθηματικότητα στον οικολογικό ρεαλισμό της ευθύνης», Περιοδικό Ι. Μητροπόλεως Κύκκου και Τηλλυρίας Ενατενίσεις, 8 (Μάιος - Αύγουστος 2009) 46 εξ.
12. Βλ. σχετικά, Ανέστη Γ. Κεσελόπουλου, «Ορθοδοξία και Περιβάλλον. Natura Lapsa και Oeconomia Natura στην Ορθόδοξη Παράδοση», στον συλλογικό Τόμο Μ. Σ. Σκούρτου και Κ. Μ. Σοφούλη, Η Περιβαλλοντική Πολιτική στην Ελλάδα. Ανάλυση του Περιβαλλοντικού Προβλήματος από τη Σκοπιά των Κοινωνικών Επιστημών, εκδ. τυπωθήτω Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 2005, σ. 295.
13. Ό.π., σ. 316.
14. Από την δ΄ ωδή του Κανόνος (Όρθρος 31ης Αυγούστου).
15. Ό.π., από την ε΄ ωδή.
16. Από την Υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδος.
17. Περί αυτού βλ. επιλεκτικά, Αρχιμανδρίτου Γεωργίου Χ. Χρυσοστόμου, Ο Υμνογράφος Γεράσιμος Μοναχός Μικραγιαννανίτης και οι ακολουθίες του σε αγίους της Θεσσαλονίκης. Συμβολή στη μελέτη του βίου και του έργου του [διδακτορική διατριβή], εκδ. Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, Θεσσαλονίκη 1997.
18. εκδ. Θεσσαλονίκη 1997.
19. Περιλαμβάνεται μεταξύ των σελίδων 232 και 256 του 43ου χειρόγραφου Κώδικα / Τόμου των απάντων του. Βλ. σχετικά Αρχιμανδρίτου Γεωργίου Χ. Χρυσοστόμου, Το έργον του Υμνογράφου Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου. Ευρετήρια, εκδ. Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, Θεσσαλονίκη 1997, σ. 197.
20. Θεοτοκίο στο Εξαποστειλάριο του Όρθρου.