Κάθε χρόνο τούτη την ημέρα, που έχει αφιερωθεί στο φυσικό περιβάλλον και το οικολογικό πρόβλημα, φορείς κάθε είδους, πολιτικοί, εκκλησιαστικοί, οικολογικοί και άλλοι, εκδίδουν μηνύματα, διοργανώνουν εκδηλώσεις, ανακοινώνουν αποφάσεις προκειμένου να διατηρήσουν στην επικαιρότητα το τεράστιο πρόβλημα που απαιτεί την άμεση λύση του. Το πρόβλημα της μόλυνσης του περιβάλλοντος και των απελπιστικών, όπως είναι απολύτως ορατό πλέον, επιπτώσεων στη ζωή σε πολλές περιοχές του πλανήτη μας, η έκταση των οποίων διαρκώς μεγαλώνει.
Όλοι αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα του προβλήματος, πολλοί είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες ή προσπάθειες για την λύση του, πολλοί κοινοί άνθρωποι προσπαθούν να συμβάλλουν, τα αποτελέσματα όμως είναι απογοητευτικά, διότι παρ’ όλα αυτά η κατάσταση χειροτερεύει. Ο σημερινός άνθρωπος δεν φοβάται πλέον τον κίνδυνο της καταστροφής του περιβάλλοντος και τον έστησε απέναντί του, δίπλα στο σπίτι και στα παιδιά του, θεωρώντας ότι έχει τον έλεγχο των πάντων στα χέρια του. Ιδού ο παραλογισμός και η υπεροψία του σύγχρονου ανθρώπου, που θεοποίησε τον εαυτό του μένοντας μακριά από τον Θεό.
Πολύ συχνά οι άνθρωποι λησμονούμε τη σχέση και την ομοιότητά μας με τον Θεό. Λησμονούμε ότι ο Θεός μάς έπλασε με αγάπη, χαρίζοντάς μας ζωή από τη δική του ζωή, προκειμένου να ευρισκόμαστε μέσα στη Δημιουργία, η οποία δεν θα είχε κάποιο προορισμό χωρίς τους ανθρώπους. Πλασθήκαμε για να είμαστε κοντά στον Τριαδικό Θεό, σε κοινωνία με αυτόν. Με την διαφορά, ότι ο Θεός είναι άκτιστος, ενώ ο άνθρωπος κτιστός. Ο Θεός είναι άναρχος αλλά ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής έχει παραλληλίσει τον άνθρωπο με τον κόσμο γράφοντας, ότι ο Θεός έκανε όλον τον κόσμο, που αποτελείται από τα ορατά και τα αόρατα, να είναι ο άνθρωπος. Επίσης έκανε ο κόσμος να είναι ο άνθρωπος, που αποτελείται από ψυχή και σώμα (Μυσταγωγία Ζ , 1-4:). Με άλλα λόγια ο χοϊκός άνθρωπος περιλαμβάνει «εν εαυτώ», μέσα στο είναι του, όλον τον κόσμο και πάλι όλα τα στοιχεία της φύσεως υπάρχουν και μετέχουν στην πνευματική ζωή. Ο άνθρωπος λοιπόν έχει τη δυνατότητα να φέρει τον κόσμο σε σχέση με τον Θεό, να τον προσφέρει στον Θεό, να τον αγιάσει. Ο ίδιος είναι που έχει τη δύναμη να απομακρύνει τον κόσμο από τον Θεό και να τον καταστρέψει.
Η θεολογική προσέγγιση της φύσης και του κόσμου από την Εκκλησία εξυπονοεί, ότι η οικολογική κρίση είναι θεολογικό πρόβλημα και η αντιμετώπισή του μπορεί να επιτευχθεί με βάση τις αρχές της θεολογικής οικολογίας, που μπορεί να εμπνέει μέτρα προληπτικά αλλά και θεραπευτικά για την καταστολή του φαινομένου της καταστροφής του περιβάλλοντος. Ταυτόχρονα εντάσσει τον κόσμο στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου.
Στην Παλαιά Διαθήκη ο προφήτης Ιωήλ περιγράφει μία τρομακτική επιδρομή ακρίδων στη χώρα, με απίστευτης έκτασης καταστρεπτικά αποτελέσματα. Το γεγονός εκείνο ήταν δυνατόν να παραβληθεί μόνο με την εκδήλωση επικείμενης τιμωρίας που θα επέβαλε ο Θεός στον λαό του. Ο προφήτης καλεί τον λαό σε μετάνοια εξηγώντας του, ότι ο Θεός τούς ζητεί να επιστρέψουν σ’ εκείνον με όλη τη δύναμη της ψυχής τους με νηστεία, με θρήνο και κοπετό (2:12).
Η μετάνοια, κατά συνέπεια, απαιτεί συνειδητή αλλαγή του τρόπου ζωής του ανθρώπου και επιστροφή στον Θεό, αλλά και ανάληψη δράσης. Η μετάνοια δεν είναι μία παθητική κατάσταση, απαιτεί συγκεκριμένες ενέργειες. Μία συμβολική αλλαγή δεν συνιστά πραγματική μετάνοια αν δεν συνοδεύεται από συνειδητοποίηση της ανάγκης για ριζικότερη αλλαγή. Επομένως πρέπει να συναισθανθεί ο καθένας μας τα λάθη του και να κλάψει γι’ αυτά και να θρηνήσει για όσα έχασε επιμένοντας να αμαρτάνει. Η υπόθεση του περιβάλλοντος όμως δεν είναι πρόβλημα των ολίγων αλλά όλου του λαού, όλων των ανθρώπων, σε όποιο σημείο της γης και αν ευρίσκονται.
Όλα αυτά προϋποθέτουν ασφαλώς καρδιά ευαίσθητη, όπως την προσδιορίζει η παράδοση της Εκκλησίας μας μέσα από τους λόγους του Ισαάκ του Σύρου: «Καρδία ελεήμων είναι καρδιά που καίγεται για ολόκληρη την κτίση, για τους ανθρώπους, για τα όρνια, για τα ζώα, για τους δαίμονες και για όλα τα κτίσματα».
Στην εποχή μας ο κίνδυνος του περιβάλλοντος από την παντοειδή μόλυνση έχει ξεπεράσει τα όρια και η ευθύνη για την αλλαγή συμπεριφοράς μας προς την Δημιουργία είναι απόλυτη και άμεση ανάγκη. Είναι ανάγκη συλλογική και η θεραπεία είναι πρωτίστως πνευματική.
Η πρόταση της Εκκλησίας παραμένει πάντοτε σταθερή. Προτείνει ειρήνη και σεβασμό στη Δημιουργία, που είναι σύνθετη από τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Αμφότερα προσβάλλονται στις ημέρες μας από την ανάλγητη επιμονή στο κέρδος, είτε πολιτικό, είτε οικονομικό, είτε ο,τιδήποτε άλλο είναι αυτό. Ευχή της είναι ο άνθρωπος να επιστρέψει στον ορθόδοξο τρόπο ζωής προκειμένου να μην αντικρίσουμε στον ουρανό το σύννεφο της τιμωρίας για την αναλγησία και την πλεονεξία μας.